Κάθε ασθενής είναι διαφορετικός και κάθε θεραπευτική παρέμβαση πρέπει να εξατομικεύεται με γνώμονα τις ανάγκες και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του.
Οι ραγδαίες ιατρικές εξελιξεις των τελευταίων χρόνων μας έχουν δώσει πληθώρα νέων διαγνωστικών και θεραπευτικών δυνατοτήτων. Η ιατρική πράξη οφείλει πλέον να βασίζεται σε τεκμηριωμένες ενδείξεις (Evidence-Based Medicine) και να ασκείται βάσει διεθνών κατευθυντήριων οδηγίων (Guidelines). Καθήκον κάθε γιατρου είναι να παρακολουθει διαρκώς τις νέες εξελιξεις αλλά και να μπορεί να τις εξατομικεύει με γνώμονα τις ιδιαίτερες ανάγκες του κάθε ασθενούς.
Οι μόνες διαγνωστικές πράξεις που έχουν νόημα είναι εκείνες των οποίων το αποτέλεσμα μπορεί δυνητικά να επηρεάσει την θεραπεία.
Εξετάσεις των οποίων το αποτέλεσμα δεν προβλέπεται να αλλάξει την θεραπευτική στρατηγική είναι άχρηστες και πρέπει να αποφεύγονται. Τετοιου είδους εξετάσεις ταλαιπωρούν τους ασθενείς και αυξάνουν το κόστος, τόσο για τους ίδιους όσο και για το σύστημα υγείας, χωρίς να προσφέρουν ουσιαστικό κλινικό όφελος.
Η σχέση μεταξύ γιατρού και ασθενούς, για να λειτουργήσει θεραπευτικά, πρέπει να διέπεται απο ειλικρίνεια και αμοιβαία εμπιστοσύνη.
Ένας ασθενής που αποκρύπτει απο τον γιατρό του σημαντικές πληροφορίες (π.χ. χρήση ουσιών ή αναβολικών) ή δεν εφαρμόζει με συνέπεια τις ιατρικές συμβουλές, δυσχεραίνει την θεραπευτική διαδικασία και βλάπτει εν τέλει μόνο τον ίδιο του τον εαυτό. Ο γιατρός απο την πλευρά του πρέπει να προσπαθεί να κερδίζει την εμπιστοσύνη του ασθενούς σε κάθε τους επαφή εκ νέου.
Η σημαντικότερη διαγνωστική πράξη για εναν ενδοκρινολόγο είναι η λήψη ενός καλού ιστορικού.
Η διάγνωση των ενδοκρινολογικών παθήσεων δεν είναι πάντα εύκολη. Οι ορμόνες αλληλεπιδρούν πολύπλοκα με τον οργανισμο και οι ορμονικές διαταραχές μπορούν να οδηγησουν σε πληθωρα σωματικών και ψυχικών προβλημάτων, τα οποία συχνά παραβλέπονται ή παρερμηνεύονται, π.χ. ως συμπτώματα λανθανουσας κατάθλιψης. Πολλές φορές είναι δύσκολο να διαχωρίσει κανείς το αίτιο απο το αιτιατό.
Επιπλέον, το επίπεδο των ορμονών επηρεάζεται απο πολλους παράγοντες όπως η ηλικία, το βάρος, το φύλο, το στρες, η διατροφή, τα φάρμακα καθώς και διάφορες συνήθειες της καθημερινής ζωής (π.χ. βιορυθμός, αλκοόλ, καπνισμα, γυμναστική, ποιότητα ύπνου και πολλά αλλά). Για αυτό τον λόγο είναι ιδιαίτερα σημαντική η λήψη ενός πλήρους ιστορικού, που να συνεκτιμά τοσο οργανικές και ψυχικές παραμέτρους όσο και τον τρόπο ζωής του ασθενούς γενικότερα. Αυτό απαιτεί χρόνο. Οι ασθενείς παρακαλούνται να είναι προετοιμασμενοι ότι η πρώτη επίσκεψη θα διαρκεσει τουλάχιστον 30 λεπτά και ίσως κ πολύ περισσότερο αν αυτό κριθεί απαραίτητο (π.χ. για διενέργεια υπερηχογραφήματος). Κατα το πρώτο τους ραντεβού παρακαλούνται να προσκομίζουν όλα τα παλαιότερα ιατρικα τους ευρήματα (εργαστηριακα κ απεικονιστικά ευρηματα, νοσηλειες, ιατρικές γνωματευσεις, λιστα λαμβανομένων φαρμάκων).
Καμία ιατρική πράξη δεν πρέπει να εκτελείται χωρίς να έχει προηγηθεί πλήρης ενημέρωση κ συγκατάθεση του ασθενούς.
Ο ασθενής πρέπει να ενημερώνεται πλήρως για κάθε ιατρικό εύρημα, σε γλώσσα άμεσα κατανοητή απο τον ίδιο και τους οικείους του ώστε να μπορεί να συμμετέχει ενεργά σε κάθε διαγνωστική κ θεραπευτική απόφαση. Πρέπει να αισθάνεται την άνεση να κάνει όσες ερωτήσεις θέλει (δεν υπάρχουν «χαζές ερωτήσεις») και να φεύγει απο το ιατρείο νιώθωντας ότι έχει λύσει όλες τις απορίες που αφορούν στο πρόβλημα υγείας του.
Μία απο τις σημαντικότερες ευθύνες του γιατρού είναι η ακριβής καταγραφή όλων των ιατρικών πράξεων και ευρημάτων.
Το ιατρείο μας διατηρεί ηλεκτρονικό φάκελο ασθενων, ο οποίος σε κάθε επισκεψη ενημερωνεται εκ νέου. Εκτός απο τις συνήθεις βεβαιωσεις κ παραπεμπτικά, κάθε ασθενής που το επιθυμεί θα λάμβανει και πλήρη γραπτή ιατρική γνωματευση η οποία θα περιλαμβάνει: Διαγνώσεις , ιστορικό, κλινική πορεία, τρέχουσα φαρμακευτική αγωγή, ευρήματα κλινικών, εργαστηριακών και υπέρηχογραφικών εξετάσεων και φυσικά διαγνωστικές κ θεραπευτικές οδηγίες.